|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εισπνεόμενος? — — πάτημα — γεραματιάζω — φράουλα — ωφελιμίστρια — κοσμοκράτορας — μικρομέλεια — δήωση — αντιστοιχείωση — δεκεμβριανός — Κιργισία — βούλιγμα — βενζινάροτρον — αποσταμός — πολυπραγμοσύνη — βλήμα — παστορέλλα — ατροφία — τρόχισμα — ψυχικάρης — αργυρόχρυσος — άκρον |
|||