|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γονεϊκός? — — κεφαλαιοκρατικός — απαντητικό — πεινάω — ελευθερία — νεύρα — πλαγιότιτλος — κράνεια — νομίατρος — Αίγυπτος — διορθώσεις — ιικός — μπουζουκτσής — στενογραφικός — γλωσσοβολιά — γρανίτης — νομιμότητα — σταοροπροσκύνηση — πανωλόβλητος — προσποιούμενος — χιονίζω — ατμόλουτρο |
|||