Новогреческий словарь
επιτεταγμένος
επιτεταγμέν|ος
реквизированный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
реквизированный
? —
επιτεταγμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιτεταγμένος
? — реквизированный
#
(ново)греческий словарь
—
αποπέμπω
—
αστέναχτος
—
σπλάχνο
—
εγγράψιμος
—
συνήχηση
—
λαμπυρίδα
—
γλυκαίνομαι
—
μπουζουνάρα
—
τσαλαβούτημα
—
σφυράω
—
σύσπαστος
—
λαοκράτισσα
—
λωτοειδής
—
υδρολαίλαψ
—
επιστασία
—
δεκάτη
—
εφηβεία
—
αεροθάλαμος
—
τρομακτικός
—
πυροβολαρχία
—
γλειμμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,