|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ασφαλίτης? — — λουλακύς — ραδιοφωνικός — μυριόνεκρος — μπερές — σκοτώνω — επαγώγιμον — τάμα — χοντροκαμωμένος — ύδρευμα — πεντηκοντάδραχμο — ομορφονιά — ανάχυμα — σησαμοπολτός — ματόκλαδο — κοντός — αεροδέρνομαι — ηλιαστός — έρπω — αντίγραφον — εκτομίας — θέσπιση |
|||