Новогреческий словарь
γλυκειά
γλυκειά
η (чаще мн.ч.) мед.
оспа
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
оспа
? —
γλυκειά
как с
(ново)греческого
переводится слово
γλυκειά
? — оспа
#
(ново)греческий словарь
—
αμφίγλωσσος
—
εξεργασία
—
παραγαμημένος
—
πληθωριστικός
—
στηθάτος
—
αναπάλλω
—
ασυντόμευτος
—
λεξιθηρία
—
λάμπος
—
βραδύγλωσσος
—
βολτετζάρω
—
αδημονώ
—
κρινόλευκος
—
επέχω
—
κοιμητηριακός
—
ωφελιμίστρια
—
άσφιχτος
—
παραγώνι
—
σούρτης
—
ξερόγελα
—
αμαστίγωτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве