|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρχειοθέτρια? — — ζούριασμα — αρχέτυπος — σχεδιοποίηση — κνώδαλο — αφιλοπατρία — γαλαντόμος — κοκκινοσκούφης — ραπάνι — αλετροπόδα — ζαλικώνω — ανθότυρο — βιολογικός — μπάτσισμα — γενικότητα — βαριά — αιμοβόρικος — πριονάκι — αυτοπεριφρονούμαι — μουεζίνης — αλεσιά — ετοιμότητα |
|||