αρχειοθέτρια

формы словаβ
αρχειοθέτρια



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αρχειοθέτρια? —


ζούριασμααρχέτυποςσχεδιοποίησηκνώδαλοαφιλοπατρίαγαλαντόμοςκοκκινοσκούφηςραπάνιαλετροπόδαζαλικώνωανθότυροβιολογικόςμπάτσισμαγενικότηταβαριάαιμοβόρικοςπριονάκιαυτοπεριφρονούμαιμουεζίνηςαλεσιάετοιμότητα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit