|
(-ίδος) η мор. внутренняя обшивочная доска #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово внутренняя обшивочная доска? — εντερονίδα как с (ново)греческого переводится слово εντερονίδα? — внутренняя обшивочная доска — σύναπαντώ — στυπόχαρτο — εισαγωγικός — διαγώνισμα — χουβαρντάς — επιτήδευση — γιγαντόσωμος — ό,τι — φαλαινοκαρχαρίας — ανακλίνω — μαγεία — τειχίζω — προεισαγωγή — απροξένεφτος — παραφωτίς — μεγαλοφάνταστος — αζύμωτος — επτάπυλος — μακιαβελλικός — διετής — μύηση |
|||