σιγούρεμα

формы словаβ
σιγούρεμα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово σιγούρεμα? —


αμινοξέασφήκαεκατοστάρικοςοσφραντικότηταψυχοσώστηςσυνηλικιώτηςβιοποριστικάπνευματικότηταανείπωτοςμοδιστράκιμονοπατάκιαντισημίτηςανθρακεύωσυμπληρώνωεικοσάρικουποκαθιστώμαιπρωτόβολτοςκύπρινονάσεχρονοφωτογράφοςπνευματούχος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit