|
безобразный, уродливый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово безобразный? — δύσμορφος как на (ново)греческом будет слово уродливый? — δύσμορφος как с (ново)греческого переводится слово δύσμορφος? — безобразный, уродливый — βραχονήσι — συζήτημα — άβρεκτος — ανθολόγος — αστεροσκοπείο — οστριαγάρμπης — ξαγριεύω — λιβάδι — οδοντοβόθριον — σιρμαγιά — εξεμάνην — γροθοκοπιέμαι — βαρύγνωμος — οικότοπος — ονοματοκρατία — εμπρεσσιονιστής — ανθρακίτης — αντιπλοίαρχος — ψάχνω — πυξίδα — αρχιδούκας |
|||