Новогреческий словарь
ναρκισσίστρια
ναρκισσίστρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ναρκισσίστρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αυτοκινητέλαιο
—
ζέσταμα
—
ηλεκτροτεχνικός
—
τσουρουφλισμένος
—
άναρχος
—
νεοαποικιοκρατία
—
μοτέρ
—
καινοπρεπής
—
ταχυδακτυλουργός
—
εγκολλώ
—
οξυγονούχος
—
ιπταμαι
—
μπόλια
—
πηδηματιά
—
μπροσούρα
—
αζεμάτιαστος
—
ξυλόφουρνος
—
κοπίδι
—
ἀποοσκοέω
—
αιματόχρους
—
αρχάγγελος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве