επιπεδομετρικός

формы словаβ
επιπεδομετρικός
мат. планиметрический



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово планиметрический? — επιπεδομετρικός
как с (ново)греческого переводится слово επιπεδομετρικός? — планиметрический


υποζευγνύωλαξεύωμασκαρεύωπαραστάτηςκατασκονίζωμαγειρικόςαποκοττίζωδανειοδοτικόςαντίζυγοςφιλόλαοςβακχανάλιαλακτίζωσιδηροπαγήςεπιφυάδαεικόνισμακαλένδαιασθένειαμαγαρίζωυμενόπτερααεροβικήπαραλής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit