|
Существительное #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ουσιαστικά? — — οδοστρωτήρας — γενεσιουργός — λαοφιλής — καμπανέλλα — επικίνδυνος — υποτιμώ — εμψυχωτής — τυροδοχείο — υποθηκοφύλακας — ελεήμων — βρομογούρουνο — ετερος — εισαεί — Τ — κανονιστικός — νεκροπομπός — εις — ξεπαγιασμένος — αψιδιά — ανελήφθην — μοιραία |
|||