|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κηπευτής? — — ανυποψίαστος — ενδοδαπέδιος — ήτις — άσκυφτος — επτάψυχος — ζούρια — φιρί-φιρί — πατατόπιτα — ανεξουσίαστος — θεσσαλιώτικος — γοργόγιαννη — αποσαρκώνομαι — αγιαστήρι — παραθεριστικός — μακιαβελλισμός — νυμφομανής — ελόγου μου — σμπάρο — χαλκουργός — κιόσκι — ψευδάνθρακας |
|||