|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θωπευτικά? — — νανοσωλήνα — χλευασμός — κρεμάμενος — χειλοπλαστία — γλαρομάτης — υπώνυμο — πρόοψη — λεπτουργική — μάνιωμα — καρποφάγος — απολυτήριο — άλατα — γράμμα — μακαρονοποιία — ετυμολογώ — αδιπλάριστος — έκφανση — κυνήγι — ενδόπλασμα — επέλαση — ανήλιαγος |
|||