ορκοπάτης

формы словаβ
ορκοπάτης



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ορκοπάτης? —


πειθαρχείοξεκληρίζωανελκύωσταυρόκομποςμεταλαμβάνωβουΐζωηττοπαθήςεξασχιδήςεγκαλώξεσπιτώνομαισιχασιάαναποδογυρισμένοςαλληλοεξοντώνομαιαντίρρευμαμετακηπεύωτσουκάλιαγγειοπώληςαμάχηταπροπομπήδάκρυοκυνοραίστης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit