|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ορκοπάτης? — — πειθαρχείο — ξεκληρίζω — ανελκύω — σταυρόκομπος — μεταλαμβάνω — βουΐζω — ηττοπαθής — εξασχιδής — εγκαλώ — ξεσπιτώνομαι — σιχασιά — αναποδογυρισμένος — αλληλοεξοντώνομαι — αντίρρευμα — μετακηπεύω — τσουκάλι — αγγειοπώλης — αμάχητα — προπομπή — δάκρυο — κυνοραίστης |
|||