|
ο стекольщик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стекольщик? — τζαμτζής как с (ново)греческого переводится слово τζαμτζής? — стекольщик — αντιμολυσματικός — φέσι — συρισμός — εγκαρτερησία — πτυελίζω — καταχρηστικά — μοσχοσάπουνο — αθέρμαστος — ποικίλτρια — μοιρολόι — αρχοντομίλητος — ανδροκρατία — συσπουδάστρια — μουσουλμανικός — νεκροθάφτης — απολλύω — μηνυτήριος — γριά — παροργίζω — απορηματικός — λιμαδόρα |
|||