|
(-εως) η просачивание (жидкости) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово просачивание? — διίδρωση как с (ново)греческого переводится слово διίδρωση? — просачивание — στιχούργημα — ράφτης — κοχλίδι — ιστιοπλοΐα — θειαφιστήρι — επιστολικός — εξαγγελία — βοϊδόγλωσσο — οπισθογράφος — φαραώ — εκκλησιασμός — περισυνάγω — συνεπιβάτης — κουτσαμάρα — μαχαιριά — σελασφόρος — εναποταμίευση — απρόσεκτα — αντιεμετικό — αρχισυντάκτης — μπράντα |
|||