|
ο астигматизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово астигматизм? — αστιγματισμός как с (ново)греческого переводится слово αστιγματισμός? — астигматизм — λεβαντίνικος — σμαλτωμένος — ποντικός — μηκύνω — μερμήγκιασμα — νεοπαγανιστικός — περιμάζευμα — διπλόη — χονδρική — αποτράχυνση — συνοφρύωση — ιχθυοκαλλιέργεια — στενογραφία — ομαδούλα — ελπίδα — σύγκαιρος — σισανές — μεγαλοδύναμος — εβδομαδιαίος — ανθυπορύσσω — απλήγωτος |
|||