|
το вода со щёлоком (для стирки) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вода со щёлоком? — θολόσταχτο как с (ново)греческого переводится слово θολόσταχτο? — вода со щёлоком — ακαλαίσθητος — πτερούμαι — πλακοστρώνω — αθλοθέτης — δισκοβολία — εξανάστροφα — καστανάς — πλησμονή — αποκορύφωμα — μισοντυμένος — οικοδεσπότης — γυναίκειος — κοκ — στεφανηφόρος — πριονοειδής — κυνάγχη — ελεύθερος — ξενοτροπία — θημώνιασμα — υποσκαφή — καθεστηκυία |
|||