|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γάνιασμα? — — προσδένω — πυόρροια — θές — σκανδαλοθηρω — πού — αβανιάρης — πλούτισμα — ξεσκονίζω — αλατοποιήσιμος — εγκατασταίνω — καλούπωμα — ρινοβρογχίτιδα — κοσμικότητα — ταχυδρομώ — ηδυπαθής — χιμώ — πολιτάρχης — καρεκλοκένταυρος — κουτσομεσιάζομαι — διένεξη — γλεντάκι |
|||