|
το операционная #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово операционная? — χειρουργείο как с (ново)греческого переводится слово χειρουργείο? — операционная — πεντηκοντάς — απομαραίνω — παρελθών — ασφαλίτης — γκουβερνάντα — αντίρρευμα — βαρκάδα — κουρντιστήρι — ναρκομανία — αβόσκητος — σύμβαμα — υπνοβότανο — ανασχετός — ομοιόχρωμος — κακοθάνατος — πανηγυρίστρια — χλωροσταφιδίτης — άφθαρτος — ανεξεύρετος — εξεικονίζω — πρωτεργάτισσα |
|||