|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δισκόφρενο? — — αναγγέλλω — διακατοχή — μυλόπετρα — αφερματισμός — ομορφοκορη — περιποίηση — Φραντζέζος — ανήλιαγος — παπουτσοθήκη — απριλιάτικα — έξις — χαβανόχερο — κοινό — αποδαύτος — βρισιάρα — επιδρομικός — εξειργασμένος — κορομηλέα — αυτοαπτίζομαι — τσιγαράδικο — αβόλετος |
|||