|
: βασεδώφειος νόσος — мед. базедова болезнь #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βασεδώφειος? — — ετεροθαλής — αφώνητος — ακριβωτής — Σωτήριος — σύνδρομο — ξερότοπος — σαρμάκο — τιμή — δηγόμαι — νανουριστός — βουφθαλμία — κατσουφιάρης — εβραιόπουλο — δισκέτα — γλύκαμα — τσαμπουκαλού — παραλιακός — χαραγή — μεζεδάδικο — υγιής — χλωροφύλλη |
|||