|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υλομορφισμός? — — σάράκι — ιατροδικαστίνα — αιματάλευρο — κατακουράζω — ασεβώ — σθεναρά — αμεγάλωτος — διακριτικά — χείμαρρος — διατυμπανισμός — σούρωμα — ειρηνευτής — φλοκκάτα — οίκιση — επαναρρόφηση — απαρχαιώνομαι — λεβητοποίειο — εντερίτιδα — ψειρού — ακαταστρατήγητος — στρατηγικός |
|||