|
ο шахтёр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шахтёр? — γαιανθρακεργάτης как с (ново)греческого переводится слово γαιανθρακεργάτης? — шахтёр — προτάσσομαι — ρέστος — ευτού — ισραηλιτικός — πλήρωσις — παιδεία — λιθογνώμωνας — βήσσαλο — λούσιμο — αφρόγαλα — μεροκάματο — αναμιγμένος — δίκελλα — καπνεμπόριο — δροσάτος — μπινιάρικο — χαλικίτις — ανακλώ — δροσερός — δέση — φωλιασμένος |
|||