|
подмышечный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подмышечный? — μασχαλιαίος как с (ново)греческого переводится слово μασχαλιαίος? — подмышечный — λάκκος — φόμπ — πλυντήρ — δασκαλικός — μαγγάνιο — φιλόδωρος — βελουδένιος — αποβίβασμός — αντεπίκριση — δακτυλιόλιθος — τρουχίζω — θορύβηση — δασκαλεμένος — σοβιετικός — βραδυνός — χάρισμα — σφιγγίον — μελιτόφιλος — αποκηρύσσω — χρονογραφία — δικτατορικός |
|||