|
ветросиловой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ветросиловой? — αεροκίνητος как с (ново)греческого переводится слово αεροκίνητος? — ветросиловой — ευχυμία — ανεπισκεύαστος — κρωγμός — κατάστηθα — εναπόθετος — νησίδιον — στοκ — αυτοχρωμικός — ενδιαιτώμαι — αχτιδοβολητό — φακελάκι — μυστικά — προειδοποίηση — χλωριούχος — υιοκτόνος — χαλκοπλαστικός — στεγνωτήρας — εξακισχίλιοι — οινέμπορος — κυλάω — πέτσα |
|||