|
η вешание, подвешивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вешание? — επικρέμαση как на (ново)греческом будет слово подвешивание? — επικρέμαση как с (ново)греческого переводится слово επικρέμαση? — вешание, подвешивание — χώνευση — Μαυροβούνιος — νεκροθάφτης — φλαμανδικός — διακόλλησις — αβασάνιστος — σολόδερμα — αναρροφητικός — υπεράνθρωπος — καλαθοσφαίριση — μοντέρνος — σουίτα — φαρμακεύω — αγιοποιώ — ημιαποικιακός — υψομετρικά — φιλοφρονητικός — επιτροπεύομαι — κατσάδιασμα — εύσημο — φύλαξη |
|||