|
здороваться (с кем-л.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово здороваться? — καλημερίζω как с (ново)греческого переводится слово καλημερίζω? — здороваться — νυχιάζω — μονοφάγος — πυργώνω — ανεξάλειπτο — αιμοκαλλιέργεια — ακτινοσκοπικά — αδυναμία — σκανδαλιά — αργυροκέντητος — ανοσμία — μπότης — κακοπόδαρος — αναγελώ — άλειωτος — όν — πολυανδρία — ασβός — γλύμμα — παθιασμένος — νέτα — αναρρώνω |
|||