παράσειον

формы словаβ
παράσειον
το вымпел



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово вымпел? — παράσειον
как с (ново)греческого переводится слово παράσειον? — вымпел


αναδόμησηανόρεξοςστιχομανίαεόρτιοςμέλωμαεκσπερμάτωσηβύζουναςπροκαταβολικώςομόθερμοςπαραγώνιμαστουρομένοςπείνακαλομελετώήμαροψοθήκηδιαφερόντωςακουαφόρτευδροστάσιονερυσίπελαςβρωμάωμπορντελλόβιος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit