|
το гипсовый карьер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гипсовый карьер? — γυψωρυχείο как с (ново)греческого переводится слово γυψωρυχείο? — гипсовый карьер — εμμέθοδος — αντιχρόνου — τσέρκι — παρερμήνευση — ινίο — ντόκ — επιπεδομετρικός — κινέζικα — πορτοκαλιά — απολιόρκητος — κοινόλεχτος — υπονοώ — φωτοτεχνική — ποδοβολητό — γλίστρημα — πέρκη — γλαροπούλι — καβαλλικεύομαι — υδρογόνο — αβράβευτος — κολακεύω |
|||