|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανίσχυρα? — — αλληλομάχος — ιδιόρρυθμος — διέδραμον — βλέψη — γιάτραινα — χειραποσκευή — προκυμαία — αμπελώνας — δεσποτικόν — αιγυπτιώτικος — εξώπροικος — ψεκαστικός — ακμή — μελετώμαι — αχρεώστητον — σφαντάζω — χαλάστηκα — αδίστακτα — νοσοκόμα — ολιγόλεπτος — αεροναυτιλιακός |
|||