|
Безубыточность #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αζημίωτο? — — μονογραφή — μακροκέφαλος — μουσακάς — χράμι — αντίκλα — αδενολογία — σκόρπιος — κούνελλος — υποδέκτης — κρουστάλλιασμα — λειάντρια — αχάλαστος — υπερτασικός — νειρεύομαι — κωλάδικο — μολύβι — αργατολόγος — χυμώ — τετράγωνο — επιστεφής — οργασμικός |
|||