|
ο нарушитель,; ο ~ τού νόμου — нарушитель закона #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нарушитель? — παραβάτης как с (ново)греческого переводится слово παραβάτης? — нарушитель — μπεγεντίζω — λαχανόφυλλο — λογαριάζομαι — τσάρεβιτς — πάναγνος — βλογημένος — ατμοσειρήνα — εξώπετσα — κλιμάκιο — ρεμπούμπλικα — νοθογένεια — ιντερνέτ — ακτέα — υπέρψυξις — αδιάφευκτος — δικτατορεύω — σφιχτοδεμένος — πολυθέλγητρος — μουσικοσυνθέτις — κλωβός — γόητρον |
|||