|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φωριαμός? — — εθνοπρεπής — κυνηγάρικος — ρωμιοσύνη — μικροσφυγμία — μαμά — προσφυγοκάπηλος — παταγώδης — μπογιάτισμα — καφεκοπτείο — καθαιμάσσω — ανίσκιωτος — ασβέστιο — σπερματοκτόνος — βυθόμετρο — ωογένεση — ρυμουλκούμαι — κατοικισμός — λυσσομανία — ακαμάτως — αλήτικος — συριγγώδης |
|||