|
ο мычание, рёв #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мычание? — μηκηθμός как на (ново)греческом будет слово рёв? — μηκηθμός как с (ново)греческого переводится слово μηκηθμός? — мычание, рёв — γκριζόλα — παραχοντραίνω — κογχύλη — αναλαμπή — μεσότοιχος — φίξ — πεντάχρονο — ασύνταχτος — κόκα — αφορισμός — αποδίδων — ιχθυόεις — αποσταφιδιάζω — οδυρμός — ορυκτό — ραβδίζω — ανόμημα — αντεισαγγελέος — αυγοκαλάμαρα — μωλωπισμός — παννιασμένος |
|||