|
девятьсот #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово девятьсот? — εννιακόσιοι как с (ново)греческого переводится слово εννιακόσιοι? — девятьсот — διλεττάντης — καρσινός — ιδιοποίηση — καγκουρό — μολοσσός — κεραμοσκεπής — φιλόσκιος — πλατυμέτωπος — καυσιμότης — βυνοσάκχαρο — ύδρωπας — ραβασάκι — αμπροστινός — καταδικαστέος — μαρμελάδα — απάντηση — ειδίκευση — συλλαβιστός — ενδοκρινής — δυσαρίθμητος — χειρόγραφο |
|||