|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ονομασιολογικός? — — μπροκολόσουπα — επιφοιτώ — τσεχοσλοβακικός — αμεριμνομέριμνος — μεταφυτευτής — άφιλος — ευθύς — ακτονόμος — επίδεσμος — αλληλοπρόγονα — δωδεκάρι — υπονοούμαι — γραμμογράφηση — γουμένισσα — γραπτός — ενσφράγιση — αγριωσύνη — ψυχίατρος — ρέντα — Ιουδαίος — ρογχασμός |
|||