|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεσσιανικά? — — εξωλογικός — χάϊδεμα — ντεμιρτζής — μεταλλουργική — μισεμός — χαμπέρι — λιμενεργάτης — μπουνταλού — κυβερνώ — τσινιάρικος — εμπειρικός — δακτυλίδωση — ποταμόχωστος — άπιαστος — βενζινάροτρον — Δεύτερονόμιον — απάδων — βιδολόγος — σπερματογένεση — μαλακότητα — μελιστάλαχτος |
|||