μετεξέταση

формы словаβ
μετεξέταση
η переэкзаменовка



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово переэкзаменовка? — μετεξέταση
как с (ново)греческого переводится слово μετεξέταση? — переэкзаменовка


μοταιοδοξώστερνάλιποαιμίαανήξευροςκηρογροφίααρρενοφυήςλογοκλόποςψυμοζήτηςχαμόκλαδοεπιφράγμαυδρογονοσταγονίδιοαλλοτριογομίαπεταυρίζωσκαμπανέβασματροχιοδείκτηςχνουδερόςελαφοειδήςετεροχρωμίαεβδομαδιαίοςμπούφοςτοκίζω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit