Новогреческий словарь
Αρβανίτισσα
Αρβανίτισσα
η 1)
албанка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
албанка
? —
Αρβανίτισσα
как с
(ново)греческого
переводится слово
Αρβανίτισσα
? — албанка
#
(ново)греческий словарь
—
ξεκαρφιτσώνω
—
άκαμπτος
—
ξεπλυμένος
—
αποκαρδιωτικός
—
μηναλλάγια
—
μετασχηματιστής
—
εξώνητος
—
σχοινοβάτης
—
εξήκοντα
—
παραχαράζω
—
σόντεκνος
—
αγιοταφίτικος
—
χονδρώδης
—
χουμικός
—
φιλογυνία
—
αργατινή
—
πλέθρο
—
ασπαστός
—
καραμπινάτα
—
φωτοστεφανωμένος
—
συγκλίνον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве