Новогреческий словарь
διασταυρωμένος
διασταυρωμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διασταυρωμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αργίλιο
—
μεταβαπτίζω
—
εκφύλισις
—
απροξένευτος
—
φακιρισμός
—
αμαντάριστος
—
διίσμός
—
συνυπαιτιότητα
—
υπερευαισθησία
—
κτηνώδης
—
χοντρούτσικος
—
μικροαστή
—
κολλύριο
—
εκτατός
—
δίχειλος
—
εφιδρος
—
ανοσιότητα
—
διίστιος
—
εξολκεύς
—
εμπορευματολογία
—
ελληνομαθής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве