Новогреческий словарь
διμηνίτης
διμηνίτης
ο
двухмесячный ребёнок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
двухмесячный ребёнок
? —
διμηνίτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
διμηνίτης
? — двухмесячный ребёнок
#
(ново)греческий словарь
—
γραναζωτός
—
αγκυλώνω
—
κορδελλάς
—
πενηνταρίζω
—
σοσιαλίστρια
—
οβιδοβόλο
—
ευρύστομος
—
ποδηγετημένος
—
διαθλαστός
—
απροσάρμοστος
—
χαζοβιόλης
—
προσοσιαλιστικός
—
τεζαριστά
—
τιτανομαχία
—
εξώθερμος
—
σιταγωγία
—
αθεώρητος
—
κουτορνίθι
—
ψάρακας
—
διπλάσιος
—
σύλον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве