|
το фин. депорт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово депорт? — ντεπόρ как с (ново)греческого переводится слово ντεπόρ? — депорт — μεσοβορρας — στρατοκράτης — συχωράω — καστανάς — διαβουλεύομαι — αυτοκρατορικά — ολιγότεκνος — οίκιση — ακατεύναστος — αμοίχεοτος — εφεσιβάλλω — γιαχνιστός — Πολύδωρος — καταμήνυση — λεπροκομείο — λεύχειμο — φασκελοκουκουλώνω — σμάραγδος — βεγονία — τηλεφωνείο — απότις |
|||