|
η анат. миология #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово миология? — μυολογία как с (ново)греческого переводится слово μυολογία? — миология — αγελαδήσιος — πρωία — ενεπίγραφος — χαλκούς — τυποκλοπικός — μέρισμα — επόπτης — εφημερεύων — οκνιά — σύμβαμα — γενικεύσιμος — πάραυτα — τραγωδιογράφος — φτύκα — οσμή — νομοθετώ — ιδιολάτρις — ανέγνων — βουτσέλι — διέλευση — μεθόριος |
|||