|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οσφυικός? — — ματαιολογία — προκαταλαμβάνω — ανοσολογικός — καλλυντικός — πήχτρα — φιλοσοφώ — αποσβολώνω — αντίκρυσμα — αρζαντό — γέρμα — ζούζουλο — πετεινός — σχάζω — κορφάδα — υαλοποιήσιμος — αντιπείθω — μαθός — εμβρυογραφία — αυτός — ατάϊστος — έκπληκτος |
|||