κανονικά

формы словаβ
κανονικά



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово κανονικά? —


εκκεντρότηταετεροφώτιστοςηθικολογικάξανανοίγωεπιπλουργικόςπιτσιλάδαλιοτρίβιπρέπειστάλαξηοξυγονοκολλητήςδολίζωεπέκαυσατοκοχρεολυτικόςπροωστήραςνοσηλευτήςαυτοκυριαρχίαθετόςχάφτηςεπιφοίτησηαπαράγγελταυποθέτω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit