|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πετρελαιοφόρο? — — συμπεθεριά — πλινθοστρώνω — ξεροπόταμο — διάθεση — ντράγκα — κωλογαμημένος — αποσφράγισμα — συγνώμη — ορνιός — υδατόσημο — υποτιμητικός — συμβουλευτικός — μακρός — γυρτός — πυρώνω — παγώνι — ασύχναστος — κρυστάλλων — υποπροξενείο — καφεθέατρο — βραχυβιότης |
|||