μετασχηματιστ|ής

формы словаβ
μετασχηματιστ|ής
ο эл. трансформатор



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово трансформатор? — μετασχηματιστής
как с (ново)греческого переводится слово μετασχηματιστής? — трансформатор


πασσατέμποςπνεύμωνμεταβολίζωεπαγγελματισμόςδιαστομωτήριονσυναυξάνωβαριοκαρδίζωευδόκησηεπακολούθημαεξαχρειωτικόςεπισκευασμένοςάνοσταθερμαντικόπαλτουδάκιλαμέκαπνοκαλλιέργειααμπελοστάφυλοσοκακιάρηςμικροεμπορευματικήβουτυρώδηςξεκάκιωμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit