Новогреческий словарь
δειγματοληψία
δειγματοληψία
η
взятие образцов для пробы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
взятие образцов для пробы
? —
δειγματοληψία
как с
(ново)греческого
переводится слово
δειγματοληψία
? — взятие образцов для пробы
#
(ново)греческий словарь
—
βιλλάνος
—
φαρδιά
—
ενέπηξο
—
υφηγήτρια
—
παρθένα
—
αστράπτω
—
ρεμπέτης
—
πλεούμενο
—
ξόρκισμα
—
φιλογυνία
—
κλινοσκέπασμα
—
ιστιοράπτης
—
λογουχάρη
—
ανήλθον
—
διατρέχω
—
καλορίζικος
—
μελανός
—
ασπρογή
—
οριζοντιώνομαι
—
αντιανδρογόνα
—
ελασματουργός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,